Η Γιασεμιά
Ήταν στα χρόνια πιο μικρή η όμορφη γιασεμιά
μου. Χαρακωμένο το κορμί στων εποχών το διάβα
με δύναμη ευδοκίμησε στης ξενιτειάς το χώμα.
Άνθος της Φύσης λατρευτό, πολυτραγουδισμένο,
το κλάδεμα απολάμβανε, χαμογελούσε η γλάστρα.
Ω! Πόσα
τα αστρολούλουδα στην άσπιλη εσθήτα.
Στο θεϊκό της άρωμα λούζονταν πεταλούδες,
και εγώ, ημιλιπόθυμη στην αγκαλιά
της νύχτας.
Θυμόμουν την σβυστή φωνή απ’ τον καιρό
της νιότης, σαν ο πατέρας πάσχιζε μη μας
δυσαρεστήσει...
«-Κοίτα, μπαμπά, την πήγαμε στην άκρη το περ΄βόλι, τουλάχιστον να την κοιτάς και
να την καμαρώνεις...»
Ξεσκλίδι ήρθε η γασεμιά, κρυμμένη ταξιδεύτρα.
Ξεσκλίδι έφτασα κι εγώ, και βάλτωσα
«εις την
ξένην...»
Της γιασεμιάς η ύπαρξη, τώρα σε ένα κλαράκι,
μπεζ τα ξερά αστέρια της, στο κόκκινο ανθογυάλι.
Ας αφθονούν τριγύρω του εξαίσιες ορχιδέες,
υβίσκοι άλικοι και ροζ, πανάκριβα ελικώνια...
Την γιασεμιά μου νοσταλγώ.
Στην ευωδιά της λειώνω.
Κρύβομαι σαν τα δάκρυα κατρακυλούν στον κόρφο.
πηγή:
Γιώτα Σπανού - Στρατή
Το τέλος της Για σε, μιάς!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου