Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Από πρώτες Βοήθειες, ξέρεις;

... Άνοιξα τα μάτια...
"Ζω"! είπα... μέσα μου, κι αλλού.

...Όταν ξάπλωσα χθες, δεν ήξερα που θα με βγάλει...

Δεν ήθελα να αναστατώσω μέσα στη νύχτα... αν κι ο βήχας, δεν κρύβονταν...

Σήμερα, χτύπησε πόρτες η γειτονιά, σήμερα, είχε απορίες η γειτονιά.

Μάθε τε στην οικογένειά σας να ξέρουν τις Πρώτες Βοήθειες, είπα!

Και θα γίνει το σλόγκαν μου, τώρα.

"Άσε τους φιλόσοφους και πες μου: Από πρώτες Βοήθειες, ξέρεις;"

(Αν δεν ξέρεις, κοίτα ΕΚΕΙ! και ΜΑΘΕ! Ψάξε κι άλλα, να μάθεις, θα βρεις!)

Αφού πέρασε, πέρασε...

Τυφώνας ήταν, θα άφηνε συντρίμμια, έτσι κι αλλιώς.

Αν βρει κι ερρείπια, άντε να τα στήσεις, πάλι!

Πάμε στο ξύπνημα, που συνάμα θυμάται και μια φωνή:

(Κάτι έλεγε για μια Μαρία, δεν θα σας πω.)

Θυμήθηκα τον Γιάννη.

Θα του τηλεφωνούσα σήμερα, μετά το ξέχασα, γιατί όλοι με μάλωναν!

Δεν λένε που σώθηκα μόνη μου, δε λένε που θα κλαίγανε...με μάλωναν, κιόλας!

Ξέρω, αγάπη είναι που βγαίνει αλλιώς.

Πάπαλα, πέρασε κι αυτό, ας ήταν για ΜΑΘΗΜΑ!

Απόγευμα, στραπατσαρισμένη ακόμα, είπα ν' ανοίξω λαπ τοπ.

Πέτυχα τον Γιάννη, είχε γενέθλια!

Να ζήσει, να είναι γερός, να γράφει ΠΟΙΗΣΗ, βουτηγμένη σε ΚΑΛΗ ΖΥΓΑΡΙΑ ΤΕΧΝΗΣ, έτσι, όπως ξέρει, να του κλέψω και το σημερινό Ποίημα και σε άλλη ανάρτηση, να γράψω για ένα άλλο όνειρο, να υπάρχει.

Έτσι, γιατί δίνουν χαπάκια, λέει, άμα βλέπεις και όνειρα και οράματα, κ.λ.π.!
Απόψε το πέτυχα, καθόλου τυχαίο!

ΧΟΥΝΤΡΟΥΚΟΨΙΔΟΥ
Υπήρχαν εποχές,στον κάμπο, που ήταν σπάνιο
να βλέπεις ένα τρίκυκλο,κι όταν περνούσαμε, με τον πατέρα,
στους χωματόδρομους του Άκιτς,του Σαλασλάρ,του Χατζήμις,
του Γκιρλή,του Ταχταλασμάν',του Ριζόμυλου,
ακόμη και του Βελεστίνου,έτρεχαν τα πιτσιρίκια πίσω μας
-εγώ στην καρότσα- φωνάζοντας "νά,ένα χουντρουκόψιδου".

Αυτός ήμουν εγώ.
Αργότερα μου θύμισε, η ιστορία, το "Ξαφνικά,πέρσι το καλοκαίρι".
Tότε γκρίνιαζα,
"πατέρα,άλλαξε δουλειά,τί θα πει πουλάς τις καλύτερες
μπογές για τα ρούχα,και το διαφημίζεις,κι όλας,στους κινηματογράφους",
(με ηχητικό, στα διαλείμματα) κι εκείνος μου απαντούσε θυμόσοφα
"αυτές
οι μαύρες μπογιές του πένθους υπήρχαν πριν από μας
και δεν θα πάψουν
να είναι αναγκαίες και μετά από εμάς,χοντροκόψιδό μου".
Δεν ξέρω αν είχε δίκιο,πάντως οι μόδες κουβαλούν
και μια φιλοσοφία πένθους.
Έστω κι αν το μαύρο-όπως λεν- φοριέται για να σ' αδυνατίζει.
 
***
 
Θα έλεγα...
Από Καλαμπάκα, αλλά, άστο!
Από Βόλο είναι ο ΠΟΙΗΤΗΣ, θέλουν, δε θέλουν!



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου